- ἀντίληξις
- ἀντίληξιςmotion for a new trialfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αντίληξις — ἀντίληξις, η (Α) η έφεση για αναθεώρηση της δίκης … Dictionary of Greek
ἀντίληξιν — ἀντίληξις motion for a new trial fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαγχάνω — και λαχαίνω (AM λαγχάνω, Μ και λαχάνω) περιέρχομαι σε κάποιον με κλήρο, πέφτω στον κλήρο (α. «πάλι τού λαχε ο πρώτος αριθμός» β. «τὴν πρὸς Νότον λαχεῑν φασι Δευκαλίωνι», Στράβ.) νεοελλ. παροιμ. «εμείς οι Βλάχοι όπως λάχει» λέγεται για τους… … Dictionary of Greek